Χθες πέρασα το απόγευμα μου στη δημοτική βιβλιοθήκη.
Ήμουν μόνος μου. Μόνος, ανάμεσα σε τόσες τακτοποιημένες σκέψεις και ιδέες.
Καμιά φορά απογοητεύομαι, όταν σκέφτομαι όλα αυτά τα βιβλία που δε θα διαβάσω ποτέ.
Άλλες φορές φαντάζομαι τα βιβλία να περιμένουν υπομονετικά στα ράφια, να περιμένουν πότε θα διαβαστούν. Όπως όταν ήμασταν μικροί που περιμέναμε τον αρχηγό της κάθε ομάδας να μας διαλέξει στην ομάδα του.
Χθες όμως, δεν ξέρω πως μου ήρθε, σκεφτόμουν κάτι εντελώς διαφορετικό.
Αν κάθε σελίδα μετρούσε χίλια χρόνια, τότε ολάκερη η βιβλιοθήκη θα ήταν η ιστορία του πλανήτη μας.
Θα ήταν 15000 τόμοι των 300 σελίδων.
Οι πρώτοι 1600, είναι μάλλον βαρετοί. Άψυχοι, ασχολούνται με τη γεωλογία και την ατμόσφαιρα. Και με μετεωρίτες, πολλούς μετεωρίτες.
Όχι ότι οι υπόλοιποι 13000, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η πλοκή είναι πολύ αργή. 13000 τόμοι για να φτάσουμε από το πρώτο κύτταρο στο πρώτο ψάρι. Μεσολαβούν τα βακτηρία, οι ιοί και οι μύκητες. Οι μέδουσες και τα μαλάκια, τα βρύα και οι λειχήνες.
Δε νομίζω πως θα βρισκόταν εκδότης για να τα εκδώσει.
Για τους δεινόσαυρους διαβάζουμε 600 τόμους, ενώ για τα θηλαστικά 165 τόμους.
Η ιστορία του Homo Erectus, του παππού μας, είναι μόλις 8 τόμοι. Από τους οποίους οι 100 τελευταίες σελίδες μιλάνε για το Νεάνταρνταλ, τον μπαμπά μας.
Στο τελευταίο ράφι της βιβλιοθήκης, το τελευταίο βιβλίο, γράφει απ’ έξω Homo Sapiens.
Είναι γραμμένες μόνο οι πρώτες 80 σελίδες. Οι υπόλοιπες είναι κενές ακόμα.
Οι 5 τελευταίες αναφέρονται στον πολιτισμό. Κάπου στα μισά διαβάζουμε για την αρχαία ελλάδα, για να φτάσουμε στην τελευταία σελίδα, που ξεκινάει με το μεσαίωνα.
Η βιομηχανική επανάσταση είναι μόλις 5 σειρές.
80 λέξεις.
80 λέξεις που γέμισαν τους υπόλοιπους 15000 τόμους, μουτζούρες και σκισίματα.
Διαβάζω την τελευταία πρόταση.
Πως γίνεται άραγε να χωρέσουν σε μία πρόταση, δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, ένα ταξίδι στο φεγγάρι, τόσες ανακαλύψεις και τόση πείνα?
Κοιτάω πάλι όλους αυτούς τους τόμους, ολόγυρα μου με δέος και απορία.
Και κάθομαι, λιγάκι στριμωγμένος, στην άκρη του τελευταίου γράμματος.