Μετρώ

Κάθομαι στο μετρό.

Απέναντι μου ένα πιτσιρίκι, 7 χρονών όχι παραπάνω, κοιμάται.

Το κεφάλι του έχει γείρει μπροστά.

Μια σταγόνα σάλιου στην μπλούζα του.

Η διπλανή μου, δείχνει 47 - πόσο να είναι άραγε; - κουνάει το κεφάλι.

"Κοιμάται ήσυχο τώρα, γιατί δεν ξέρει τι τον περιμένει όταν μεγαλώσει".

Ο πατέρας του την κοιτάζει.

Πάει να απαντήσει κάτι, αλλά το μετανιώνει.

Μάλλον δε θέλει να κάνει φασαρία.

Και οι σκέψεις μου γίνονται χέρι, που βυθίζεται σε μια στιγμή ανάμεσα στα πόδια της και ξεριζώνει τη μήτρα της. Την τραβάω έξω στο φως και τη σηκώνω. Μες στο μετρό, είναι ξεκάθαρο πια σε όλους πως τούτη η μήτρα είναι νεκρή, πάντοτε νεκρή ήταν και γερασμένη, για αυτό και δεν μπορεί να δει τα όνειρα που έχει απέναντι της και βλέπει μόνο την πτώση, την παρακμή, μίζερη και θλιβερή γυναίκα, που μονάχα να τρομοκρατεί γνωρίζει, όχι γιατί δεν έμαθε τίποτε άλλο, αλλά γιατί εκείνη το επέλεξε, γιατί εκείνη επέλεξε αντί να κάνει απογόνους να τους φονεύει μες στον ύπνο τους. Σηκώνω ψηλά τη μήτρα της και ύστερα την πετώ μπρος στα λυγισμένα πόδια της. Εκείνη με κοιτάζει έντρομη.

Άραγε να θυμήθηκε πως κάποτε υπήρξε παιδί και εκείνη;

Ή μήπως το αντίθετο;

Τη μετρώ.