αντί καπνιστής

Ο Τέντερ Λου ήταν ο πιο γνωστός τενόρος του νοτιοανατολικού μιλγούοκι.

Όχι, ότι είχε και πολλους δηλαδή, αλλά παρόλαυτά το επίπεδο ήταν πολύ υψηλό.

Ο ανταγωνισμός σκληρός.

Και συχνά αναγκαζόταν να πραγματοποιεί εξουθενωτικές πρόβες.

Η ζωή του όλη ήταν το τραγούδι.

Είχε στερηθεί πολλά για αυτό, αλλά δεν το μετάνιωνε.

Ή ετσι τουλάχιστον νόμιζε.

Τότε ήρθαν τα όνειρα. Συνεχόμενα όνειρα επαναλαμβανόμενα, όλο και πιο έντονα, όλο και πιο διαυγή.

Δε θα τα έλεγες ακριβώς εφιάλτες.

Έβλεπε ότι κάπνιζε μανιωδώς, ότι κάπνιζε πακέτα ολόκληρα το ένα μετά το άλλο.

Όχι, δε θα τα έλεγες ακριβώς εφιάλτες.

Στην αρχή δεν έδωσε σημασία.

Ούτε στη συνέχεια.

Όμως ένα βράδυ, ένα χειμωνιάτικο βράδυ που το χιόνι είχε πνίξει το νοτιοανατολικό μιλγουόκι, είδε πως κάπνισε τόσο που δεν μπορούσε πια να αναπνεύσει.

Το επόμενο πρωί ξύπνησε με πονόλεμο.

Ίσως φταίει το χιόνι. Συλλογίστηκε.

Όμως και το επόμενο βράδυ έγιναν τα ίδια.

Και το επόμενο πρωί ο πονόλεμος είχε χειροτερέψει.

Και το επόμενο και το επόμενο, μέχρι που τα χιόνια έλιωσαν.

Ο Τέντερ Λου πανικοβλήθηκε.

Τα φάρμακα που του έδωσε ο γιατρός του δεν έκαναν τίποτα.

Πήγε στους καλύτερους ειδικούς, αλλά τα αποτελέσματα ήταν τα ίδια.

Πήγε σε λαιμολόγους, τίποτα.

Αποφάσισε να κόψει το κάπνισμα στον ύπνο του.

Όμως η ψυχανάλυση δεν τον βοήθησε.

Ούτε ο διαλογισμός.

Ή τα υπνωτικά χάπια.

Ένιωσε πως η καταστροφή ήταν κοντά.

Ήταν ανήμπορος να σώσει τη φωνή του.

Ήταν απελπισμένος.

Και μέσα στην απελπισία του είδε ξεκάθαρα την τελευταία πράξη του δράματος του.

Λίγο πριν κοιμηθεί κάπνισε ένα ολόκληρο πάκετο τσιγάρα.

Για πρώτη φορά στη ζωή του, ήταν πραγματικός ο καπνός που έγδερνε τον πρησμένο του λαιμό, και έπνιγε τα κουρασμένα του πνευμόνια.

Έβηχε και έφτυνε αίμα.

Όμως δε σταμάτησε. Κάπνισε και δεύτερο.

Δυσκολευόταν να αναπνεύσει.

Κάπνισε και τρίτο.

Τότε νόμισε ότι θα πεθάνει. Ότι ήρθε η ώρα να πραγματοποιηθεί το όνειρο του.

Τελικά, απλά αποκοιμήθηκε.

Εκείνο το βράδυ, είδε ένα τελείως διαφορετικό όνειρο.

Είδε πως τραγουδούσε ξανά στη σκάλα του μιλάνου.

Ξύπνησε ενθουσιασμένος και άνοιξε το στόμα του για να τραγουδήσει το τραγούδι που έλεγε στον ύπνο του.

Όμως ο λαιμός του είχε κλείσει εντελώς.

Τότε κατάλαβε.

Ο Τέντερ Λου, δεν ξανατραγούδησε ποτέ στη σκάλα του μιλάνου.

Για την ακρίβεια δεν ξανατραγούδησε ποτέ δημόσια.

Έγινε μανιακός καπνιστής.

Και τραγουδούσε κάθε βράδυ στα όνειρα του.

πλάνο αέρος

Στο αεροδρόμιο, αφού χάζεψε λίγο τα duty free και βεβαιώθηκε ότι δεν είχε αρκετά χρήματα και διάθεση για να αγοράσει κάτι, κάθησε απέναντι από τον πίνακα αναχωρήσεων. Έτσι δε θα έχανε την πτήση του με τίποτα. Έφευγε από μία γυναίκα και πετούσε για μια άλλη.

Το μοναδικό σημείο συνάντησης τους ήταν εκεί, γραμμένο στο φωτεινό πίνακα των αναχωρήσεων.

Τα μεγάφωνα ανακοίνωσαν την πτήση του, ο πίνακας αναβόσβησε τρεις φορές. Γαλάζιος. Προχώρησε στον έλεγχο και περίμενε για μερικά λεπτά στην ουρά. Τις αποσκευές του τις είχε ξεφορτωθεί αρκετή ώρα πιο πριν. Είχε πάρει μαζί μόνο τα απαραίτητα, τα υπόλοιπα άνηκαν στο παρελθόν.

Ανυπομονούσε να φύγει. Νοσταλγούσε ήδη το αεροδρόμιο που αποχωριζόταν. Πάντα αγαπούσε τα αεροδρόμια, ίσως γιατί του υπενθύμιζαν την πληθώρα των προορισμών που μπορούσε να επιλέξει. Ή μπορεί να το προκαλούσε αυτό ο φόβος του για τον επερχόμενο - σύντομο ή και οριστικό, ποιος ξέρει; - αποχωρισμό του από τη σιγουριά του εδάφους. Ναι, το αγαπάς λίγο παραπάνω το έδαφος όταν πρόκειται να το χάσεις.

Καθώς βάδιζε στη φισούνα, ένιωσε να τον κατακλύζει εκείνο το τρομακτικό συναίσθημα που σε κάνει να θέλεις την τελευταία στιγμή να εγκαταλείψεις το ταξίδι σου και να αφήσεις το αεροπλάνο, το αεροδρόμιο, να τα αφήσεις όλα και να επιστρέψεις σπίτι σου. Η τρομακτική βεβαιότητα πως βαδίζεις, παραδομενος στη μοίρα σου, προς το επόμενο τραγικό αεροπορικό δυστύχημα. Όμως, όπως συμβαίνει πάντα, εκείνος συνέχισε, όπως και ο διπλανός του - αντάλλαξαν μάλιστα εκείνο το καθησυχαστικό βλέμμα του κοινού τους τρόμου μπρος στο αβέβαιο - συνέχισε και επιβιβάστηκε στο αεροπλάνο.

Το αεροπλάνο απογειώθηκε όπως όφειλε στον πιλότο και στους επιβάτες του και να που τον βλέπουμε τώρα, καθισμένο δίπλα στο παράθυρο του να χαζεύει τις Άλπεις κάπως αφηρημένα, να είναι χαμένος σε σκέψεις που δεν προδίδουν κάποιο χαρακτηριστικό ανησυχίας στο πρόσωπο του. Τον βλέπουμε που χαϊδεύει με τις άκρες των δαχτύλων του, τη ζώνη που τον κρατάει δεμένο στο στενό κάθισμα του και σχεδόν να χαμογελά. Ίσως να σκέφτεται τη γυναίκα που τον περιμένει. Ίσως να σκέφτεται τη γυναίκα που αφήνει. Οι σκέψεις αυτές μοιάζουν να τον ευχαριστούν.

Κατά βάθος όμως, εκείνο που τον ευχαριστεί περισσότερο και ταυτόχρονα τον βυθίζει σε πελάγη μελαγχολίας, είναι η πτήση.

Κι ο θεός ρίχνει τα ζάρια του και κάνει πως δε βλέπει.

σαστιστική

Σε βλέπω να υπολογίζεις σκυφτός τις πιθανότητες.

Και να ματώνεις τις άκρες των δαχτύλων σου με το ίδιο αίμα που τρέχει στο φλοιό του εγκεφάλου σου.

Βάζεις τον εαυτό σου στο κέντρο και ορίζεις γύρω του ένα νησί με ακτίνα R, τους κρατάς όλους απ' έξω και αυτό το ονομάζεις άρνηση.

Κι όμως όσο κι αν απλώσεις το μυαλό σου, δεν μπορείς να καλύψεις όλη του την επιφάνεια.

π R τετράγωνο

Όχι, αυτό είναι κάτι που δε θα καταφέρεις ποτέ.

Γιατί το π από καιρό έχει πεθάνει.

Για αυτό αντί να το απλώσεις, είναι πολύ προτιμότερο να το αλώσεις.

Και αντί να ψάχνεις για το π θανόν, να ταξιδεύεις για το απίθανο.

american dream

Στέκομαι για ώρα στην ουρά του metropolis.

Σε μία τηλεόραση δείχνει το νέο πρόεδρο των Η.Π.Α. να πανηγυρίζει.

Χαζεύω CD, εκείνους που χαζεύουν τα CD, τις ταμίες, την μπροστινή μου.

Και τότε εμφανίζεται.

Στην αρχή δεν τον παρατηρώ.

Όμως τον παρατηρεί αυτός που παρατηρώ.

Και ο δίπλα του.

Και η μπροστινή μου.

Έτσι το βλέμμα ακολουθεί την τροχιά των υπολοίπων βλεμμάτων κι όλα μαζί συναντιώνται πάνω του.

Εκείνος συνεχίζει, κάπως αδιάφορα είναι η αλήθεια, με τα CD στο χέρι..

Μοιάζει να μην έχει καταλάβει τίποτα από ότι συμβαίνει και από όσα πρόκειται να συμβούν τα επόμενα δευτερόλεπτα.

Και θα συμβούν, είναι σίγουρο. Όλοι γύρω του το ξέρουν. Μονάχα αυτός το αγνοεί.

Πλησιάζει έναν πελάτη – το διπλανό μου ίσως; – και εκείνος αποστρέφει το βλέμμα.

Κάνει πως κοιτάει αλλού.

Πλησιάζει κι άλλο.

Όμως δεν προλαβαίνει να του μιλήσει.

Δυο μπράβοι τον αρπάζουν και τον πετάνε με δύναμη έξω.

Δεν προλαβαίνει καν να διαμαρτυρηθεί.

Είναι στο δρόμο τώρα.

Είναι μαύρος.

Δεν είναι αφροαμερικάνος.

Και πουλάει CD.