Γράμματα από τον πόλεμο - Μικρομέγαλος
Είδα κάποτε σε ένα γάμο, ένα αγόρι που το ντύσανε λες και ήταν μεγάλος.
Του φόρεσαν γραβάτα και ένα σκούρο μπλε σακάκι.
Και του χτένισαν τα μαλλιά χωρίστρα.
Στην αρχή, τον έβλεπες, ένιωθε κάπως άβολα μες σε αυτά τα παράξενα ρούχα.
Ή, μπορεί και να μου φάνηκε, ήταν τα ρούχα που ένιωθαν πιο άβολα κι από τον ίδιο.
Μα όσο περνούσε η ώρα, έπαψε να ξεχωρίζει.
Δεν ήταν πια ο μικρομέγαλος.
Ήταν άλλο ένα σκουρόχρωμο κουστούμι.
Και έπρεπε τότε να τον δεις από πολύ κοντά για να καταλάβεις.
Μες στα παιχνιδιάρικα του μάτια την παιδική αντίσταση.
Και το κοροϊδευτικό χαμόγελο της προδοσίας.
Ίσως νόμιζε πως θα τους ξεγελούσε.
Ίσως νόμιζε πως μοναχά για εκείνη τη μέρα τους έκανε το χατίρι.
Μόνο όταν μπήκε στην εκκλησία, όταν πάτησε το πόδι του στο μάρμαρο, κατάλαβε πως σήμερα παντρευόταν.