Το καλό, το κακό και ο πάτος

Το καλό όταν πιάσεις πάτο είναι πως δεν υπάρχει παρακάτω.

Το κακό όταν πιάσεις πάτο είναι πως υπάρχει μόνο παραπάνω.

Και το άσχημο όταν πιάσεις πάτο είναι πως υπάρχει μόνο ο πάτος.

Θεατρινό

Είναι ένας ζεστός χειμώνας που αργεί να τελειώσει.

Οι χιονάνθρωποι μεταναστεύουν σιγά σιγά προς πιο ψυχρά κλίματα.

Το νερό το ίδιο, σε μικρότερη κλίμακα.

Σε λίγες μέρες αλλάζει η ώρα.

Μακραίνει το λουλουδάτο φουστάνι της εξήντα πόντους.

Κάποιοι όμως θα δουλεύουν ακόμα μέχρι να νυχτώσει.

Και τα παιδιά θα μετράνε αντίστροφα μέχρι το Πάσχα.

Κι ύστερα μέχρι το καλοκαίρι.

Ο έρωτας παραφυλάει και οι ανυποψιαστοι υποτάσσονται.

Η φύση παραφυλάει και ο άνθρωπος σφυρίζει αδιάφορα.

Ένα αγόρι που φιλάει ένα κορίτσι. Τα δόντια τους ακουμπάνε κι εκείνη ανατριχιάζει λίγο.

Και δυο γάτες που πηδιούνται στο απέναντι πεζοδρόμιο. Εκείνες ανατριχιάζουν πιο πολύ.

Ο ήλιος είναι μεγάλος και λαμπερός, σαν νεογέννητου μωρού το πρώτο του χαμόγελο.

Ο ουρανός που τον κρυφοζηλεύει, απλώνει ακόμη περισσότερο.

Τα σύννεφα τεντώνονται νυσταγμένα.

Και κάποια στιγμή ξεχνάς τα ταπεινά σου προβλήματα και παρατηρείς την ταπεινή σου ύπαρξη μέσα σε τούτη την εαρινή παρασταση.

Ανοίγει η αυλαία και εσύ είσαι σε όποιο σημείο της σκηνής επιθυμήσεις.

Μα αντί για χειροκρότημα το μόνο που ακούς είναι το αχόρταγο γουργουρητό μιας παθιασμένης γάτας.

Επιστήμονος

Οι σοφοί σε ταλαιπώρησαν λίγο, μα η ανάγκη τους για αλήθεια τους βύθισε στη προσμονή. Χρόνια τώρα περιμένουν από τα άστρα την απάντηση για το μέλλον. Κι όμως το κουρασμένο από το ταξίδι φως τους φέρνει μόνο νέα από το παρελθόν. Το φως είναι ο αργοπορημένος ταχυδρόμος του σύμπαντος. Και συνάμα ο πιο γρήγορος. Ζει σ αυτή του την οξύμωρη μοίρα και αγωνιά να γεμίσει τα πάντα στο πέρασμά του. Έχει στοιχεία της ανθρώπινης φύσης. Είναι ένας αδιάκριτος πεισματάρης επισκέπτης που δε τον διώχνεις με υπονοούμενα.

Σου εκμυστηρεύεται τα κόμπλεξ του. Κόμπλεξ. Δεν είναι τυχαίο το όνομα. Σαν τους μιγαδικούς αριθμούς έχουν το πραγματικό τους μέρος, την φαινομενική αιτία της ύπαρξή τους και το φανταστικό μέρος, την έκταση που θα δώσει ο υπερτιμημένος εγκέφαλος του ανθρώπου. Και φυσικά δε μπορείς να ασκήσεις πάνω τους τις πράξεις των πραγματικών αριθμών, των άλλων εκφάνσεων της ψυχής σου. Δε μπαίνουν σε μια ευθεία αλλά απλώνονται σ’ όλο το καρτεσιανό επίπεδο της σκέψης σου όμοια με το πάθος του φωτός.

Και μέσα σ’ αυτό το παραλήρημα εσύ ακόμα δε μπορείς να ξεπεράσεις το γεγονός ότι το σύμπαν κάποια στιγμή (ακόμα κι αν εκείνη τη στιγμή εσύ θα είσαι μόρια αστρικής σκόνης) θα χαθεί. Δεν έχεις έδαφος να σταθείς στην ανάπτυξη της ανάλυσής σου για τα πάντα. Και όπως φαίνεται ο T.S Elliot κερδίζει με το:

«Αυτός είναι ο τρόπος που τελειώνει ο κόσμος, όχι με ένα πάταγο, αλλά με ένα λυγμό»

(ευχαριστούμε τα τηλεσκόπια Hubble, Keck, Sloan Digital Sky Survey για την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων)

Οι σοφοί σε ταλαιπωρούν ακόμα. Τουλάχιστον, δεν είσαι επιστήμονος.

Νύχτα πλατεία

Είμαι στην Πάτρα, στην πλατεία Αγίου Γεωργίου, ανάμεσα σε δυο μικρούς λόφους απο σκουπίδια και πίνουμε μπύρες.

Ένα μικρό παιδί πετάει χαρταετό και ένα πιο μεγάλο φωτογραφίζει το φεγγάρι.

Έχει φως. Περισσότερο από όσο χρειάζεται.

Οι άνθρωποι πάντοτε φοβούνταν το σκοτάδι.

Τώρα, στο σκοτάδι φοβόμαστε τον άνθρωπο.

Και υπερβάλλουμε με φως.

Και χάνουμε τα άστρα.

Όμως είμαι αισιόδοξος, γιατί στην πλατεία έχει ακόμη κόσμο.

Όπως και στα μικρά σκοτεινά δρομάκια.

Κανείς δε βιάζεται να κοιμηθεί απόψε.

Κάποιοι μετράνε τα αμέτρητα σκουπίδια.

Και τα παιδιά πίσω απ΄το φως τα ξεχασμένα άστρα.

Το σκιάχτρο

Υπάρχει στην άκρη της πόλης μας, ή της νύχτας για τους περαστικούς, ένα σπίτι που θυμίζει σκιάχτρο, που δηλαδή βρίσκεται εκεί για να μας φυλάει από όσους προσπαθούν να κλέψουν κάτι από τα χωράφια που τόσα χρόνια καλλιεργούμε, άλλοι στις ταράτσες, άλλοι στα μπαλκόνια κι άλλοι στα κυριακάτικα τραπέζια μας.

Αυτό το σπίτι έχει μόνο ένα δωμάτιο και το δωμάτιο ένα μόνο κρεβάτι και τίποτα άλλο. Πάνω του είναι ξαπλωμένο ένα μωρό, που δεν μπορείς να καταλάβεις αν είναι αγόρι ή κορίτσι, αλλά είσαι σίγουρος πως είναι το παιδί του ανθρώπου και νιώθεις την ελπίδα όταν το κοιτάς, ή ακόμη κι όταν το ακούς να κλαίει.

Κάθε ξένος που επισκέπτεται την πόλη περνάει έξω ακριβώς από αυτό το σπίτι και τότε, μόνο τότε, το μωρό μιλάει και του λέει με καθάρια, αλλόκοτη φωνή να ανοίξει την πόρτα και να μπει μέσα. Μέχρι σήμερα κανείς δεν έχει παρακούσει, όλοι οι ξένοι αμέσως μπαίνουν μέσα. Τότε εμείς τους ακούμε να φωνάζουν τρομαγμένοι, ή να κλαίνε, ή να βγάζουν άλλους ήχους που θυμίζουν περισσότερο ζώα παρά άνθρωπο.

Κάποιοι βγαίνουν αμέσως έξω και δεν τολμούν να πατήσουν ποτέ ξανά στην πόλη μας. Κάποιοι άλλοι τρελαίνονται, κάποιοι βγαίνουν βουβοί και γερασμένοι, οι περισσότεροι φεύγουν χωρίς πολλές κουβέντες. Υπάρχουν όμως και μερικοί που συνεχίζουν το δρόμο τους και έρχονται τελικά στην πόλη.

Κανένας όμως ποτέ δε μίλησε για το σπίτι αυτό, για το μωρό και για όσα γίνονται εκει μέσα. Μόνο μια φορά ενάς γυρολόγος από το βορρά, μεθυσμένος και με άγρια όψη στα μάτια, ζήτησε ένα κερί κι ένα μαχαίρι, κι αφού σφράγισε τα μάτια του με βουλοκέρι, έκοψε τον αριστερό του δείκτη και φώναξε κοιτάζοντας και δείχνοντας με αίμα το φεγγάρι.

"Γιε μου και κληρονόμε μου, μονάχα στάχτη αφήνω".

Κι ύστερα απο αυτό, όσοι τον άκουσαν κυριεύτηκαν από μία ανεξήγητη μανία και άναψαν μια φωτιά μεγάλη και έκαψαν το σπίτι αυτό, μα μέσα στις φλόγες δεν άκουσαν κλάμα μωρού. Δεν άκουσαν τίποτα απολύτως, λες και οι φλόγες έχασαν τη λαλιά τους, μέχρι που τους συγκλόνισε ένας εκκωφαντικός θόρυβος από κραυγές οδύνης πίσω τους και γύρισαν και είδαν την πόλη μας να καίγεται.

Δεν έμεινε απολύτως τίποτα, μονάχα μια πεδιάδα γκρίζα στρωμένη από στάχτη και κόκκαλα και ένας άνεμος που θύμιζε το κλάμα ενός μωρού παιδιού. Ή καμιά φορά όταν χάραζε το γέλιο του. Και κάθε άνοιξη, την πρώτη βδομάδα του απρίλη, φυτρώνει ένα παράξενο λουλούδι, ασχημοθώρητο, που οι παππούδες μας το λέγαν σκιάχτρο και οι γιαγιάδες μας το πότιζαν με γάλα.

Πηθική

Ένας πίθηκος ρώτησε κάποτε τον Άγιο Γνώστη τι είναι ηθική.

"Δεν μπορώ να σου πω, γιατί είσαι ζώο".

Εκείνος του απάντησε.

Ύστερα πέρασαν τα χρόνια και ο πίθηκος έγινε άνθρωπος.

Ρώτησε ξανά τον Άγιο Γνώστη τι είναι ηθική.

"Δε θα καταλάβεις, γιατί είσαι άνθρωπος".

Εκείνος του απάντησε.

Ύστερα πέρασαν κι άλλα χρόνια και έγινε κι εκείνος Άγιος.

Λίγο πριν πεθάνει ξαναβρήκε τον Άγιο Γνώστη και τον ρώτησε ως ίσο προς ίσο.

"Τι νόημα έχει τώρα πια, αφού απόψε θα πεθάνεις;"

Ο Άγιος έφυγε χασκογελώντας.

λίγο πριν την τελευταία τζούρα

Ανάσκελα.

Καπνίζεις με κλειστά τα μάτια και προπαθείς να φτιάξεις με το μυαλό σου μια εικόνα.

Είναι μια εικόνα σχετικά απλή.

Προσπαθείς να δεις τον εαυτό σου ανάσκελα να καπνίζει με κλειστά τα μάτια.

Όμως δεν μπορείς.

Αντί για αυτό βλέπεις έναν άσπρο τοίχο.

Ύστερα καταλαβαίνεις πως είναι το ταβάνι.

Ύστερα καταλαβαίνεις πως τα μάτια σου είναι ανοιχτά.

Και στο τέλος καταλαβαίνεις πως κάποιος προσπαθεί να σε δει με το μυαλό του, να είσαι ανάσκελα και να κοιτάζεις το ταβάνι.