αργά στο σπίτι


Γυρίζεις σπίτι μετά από καιρό.

Τα πράγματα είναι όπως τα είχες αφήσει. Ή σχεδόν όπως τα είχες αφήσει, η ανάμνηση τους είναι μάλλον θαμπή, κάπως παραμορφωμένη. Ένα μισοτελειωμένο σημείωμα πάνω στο γραφείο, η καρέκλα ελαφρώς γυρισμένη προς την είσοδο και τα ρούχα απλωμένα στους καναπέδες σαν πεθαμένα φαντάσματα. Ευτυχώς δεν είχες αφήσει κανένα πιάτο άπλυτο.

Το σημείωμα γράφει «Αφού διαβάζεις αυτό το σημείωμα σημαίνει πως επέστρεψες. Και αφού επέστρεψες αυτό σημαίνει πως…».

Λένε πως κάθε ταξίδι μπορείς να το ζυγιάσεις πραγματικά μονάχα σαν διαβείς ανάποδα ξανά το κατώφλι του σπιτιού σου. Τότε, καθώς κοιτάς τι άγγιξε και τι προσπέρασε ο χρόνος, καθώς παρατηρείς τα έπιπλα ακίνητα στις παλιές τους θέσεις ή κάποιες φωτογραφίες από ξεχασμένα [κάποτε ίσως αγαπημένα] κατοικίδια, τότε μπορείς να καταλάβεις αν τώρα, που το ταξίδι έφτασε στο τέλος του και εσύ πίσω στην αρχή, αν τώρα εσύ βρίσκεσαι και πάλι σπίτι σου.

Εσύ όμως δεν είσαι και τόσο σίγουρος. Δεν μπορείς να θυμηθείς ας πούμε πότε το είχες διαβάσει αυτό το βιβλίο που ξεχωρίζει στο μεσαίο ράφι της βιβλιοθήκης σου, ούτε πότε αγόρασες αυτόν τον πίνακα με τις όμορφες. Ή μήπως ήταν δώρο; Και οι κουρτίνες ήταν πάντα τόσο σκούρες; Ακόμη και το μισοτελειωμένο σημείωμα, που προσπαθεί απόψε να δείξει τόσο σημαντικό στα μάτια σου δεν το αναγνωρίζεις. Αν και τα γράμματα κάλλιστα θα μπορούσαν να είναι και δικά σου.

Καμία διάθεση δεν έχεις να αδειάσεις τη βαλίτσα σου σε αυτό το μέρος. Αυτή, βρώμικη και αρκετά ξεθωριασμένη, μοιάζει να σε κοιτάζει κάπως επικριτικά, σα να προσπαθεί να σου υπενθυμίσει όλα αυτά που πέρασαν οριστικά και αμετάκλητα, όλα αυτά που περάσατε μαζί στα πιο απίθανα σημεία, με τους πιο απίθανους ανθρώπους. Και προσπαθεί να στα υπενθυμίσει σαν σύντροφος πιστός που τώρα εσύ προετοιμάζεσαι για να τον ξεκοιλιάσεις.

Γυρίζεις το σημείωμα από την άλλη πλευρά. Γράφει «…δεν αλλάζει ο άνθρωπος, μονάχα οι θέσεις των ακίνητων πραγμάτων».

Ή μπορεί να αλλάζουν οι αναμνήσεις τους.

Γυρίζεις σπίτι μετά από καιρό και είναι Κυριακή βράδυ. Η τηλεόραση έχει χαλάσει και πιάνει μόνο παράσιτα και το ραδιόφωνο δεν έχει μπαταρίες. Από έξω δεν ακούγεται τίποτα απολύτως και εσύ ξαπλωμένος πάνω στα πολύχρωμα φαντάσματα κοιτάς την βαλίτσα σου – είναι μπεζ και βρίσκεται ακόμη απέναντι σου.

Δεν είσαι καθόλου σίγουρος αν μένεις πια εδώ και μες στη βαλίτσα βρίσκεις μονάχα άδειες μπουκάλες από ουίσκι.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Διάβασε αυτό που εσύ κάποτε έγραψες,

http://stonpyrgo.blogspot.gr/2009/03/blog-post.html

βγες έξω, βρες αυτούς για τους οποίους το έγραψες και θα δεις ότι όλα είναι όσο οικία τα άφησες.

Τα οικία δεν είναι πάντα στην οικία.